Υλοποίηση της Ανοιχτής τάξης. Η Προσπάθεια του Δάσκαλου της Δράσης για Φως και Χρώμα στην Εκπαίδευση. Ο Δια Βίου και Ανυπέρβλητος Αγώνας του Δάσκαλου για τον Μαθητή Του...

Τρίτη 17 Μαρτίου 2009

ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΑΡΧΙΖΕΙ ΓΡΗΓΟΡΑ ΝΑ ΦΘΙΝΕΙ...


Ιδιαίτερα νωρίς αρχίζουν να μας εγκαταλείπουν οι πνευματικές μας δυνάμεις, αφού σύμφωνα με τους επιστήμονες του Πανεπιστημίου της Βιρτζίνια, το πνεύμα μας αρχίζει σταδιακά να φθίνει ήδη από την ηλικία των 27 ετών, μετά την κορύφωσή τους στα 22, οριοθετώντας την έναρξη της τρίτης ηλικίας.
Ο επικεφαλής της έρευνας, καθηγητής Τίμοθι Σαλτχάουζ, εξηγεί ότι η λογική, η ταχύτητα της σκέψης και η χωρική οπτικοποίηση(σε σχέση με το χώρο) φθίνουν προς το τέλος της δεκαετίας των 20. Οι θεραπείες που έχουν σχεδιαστεί για να αναβάλλουν ή προλάβουν την διαδικασία της γήρανσης μπορεί να πρέπει να εισάγονται νωρίτερα, από ότι πιστεύαμε μέχρι σήμερα. Μετά από επταετή μελέτη σε δείγμα 2.000 ατόμων ηλικίας 18 έως 60 ετών, διαπίστωσαν ότι στοιχεία όπως η μνήμη παρέμεναν άθικτα μέχρι και την ηλικία των 37 ετών, κατά μέσο όρο, ενώ οι ικανότητες που βασίζονταν στην συσσωρευμένη γνώση, όπως η επίδοση σε τεστ λεξιλογίου ή γενικών γνώσεων, αυξάνονταν μέχρι και την ηλικία των 60 ετών. 

φθίνω  Ρ (μόνο στο ενεστ. θ.) : 1. υφίσταμαι, βρίσκομαι σε συνεχή ή σταδιακή φθορά, παρακμή, μαρασμό:H Ελλάδα φθίνει βιολογικά εξαιτίας της υπογεννητικότητας. H οικονομία / η παράδοση φθίνει. 2. βρίσκομαι σε μια πορεία μείωσης, ελάττωσης: H απόδοση των καταθέσεων φθίνει λόγω του πληθωρισμού
φθίνων -ουσα -ον : που φθίνει: H οικονομία ακολουθεί φθίνουσα πορεία. Ο νόμος της φθίνουσας απόδοσης. || (αστρον.) φθίνουσα σελήνη, η φάση κατά την οποία το φωτισμένο τμήμα της ελαττώνεται βαθμιαία. || (μαθημ.) φθίνουσα πρόοδος, που οι όροι της ελαττώνονται διαρκώς. || (ηλεκτρολ.) φθίνουσα ταλάντωση, που σβήνει συνεχώς.

Δεν υπάρχουν σχόλια: