ζήλια η :
α. το συναίσθημα από το οποίο κατέχεται κάποιος, όταν επιθυμεί κάτι που ανήκει σε άλλον και γι' αυτό λυπάται ή φθονεί· (πρβ. ζηλοφθονία, ζηλοτυπία):
Ανόητη / νοσηρή / παθολογική ζήλια.
Από τη ζήλια του θέλησε το κακό μας.
Παιδική ζήλια.
Πάει να σκάσει από τη ζήλια του.
β. ενέργεια, συμπεριφορά που δείχνει ζήλια:
Έλα τώρα, άσε τις ζήλιες.
[μσν. ζήλια < ζηλία (υποχωρ. για αποφυγή της χασμ. ) < αρχ. ζηλ(ῶ) `ζηλεύω΄ -ία]
- Πιστεύεις ,με βάση όσα διάβασες,ότι οι γονείς του Δαμιανού ξεχωρίζουν τα δυο παιδιά τους;
- Πολλές φορές, επειδή ζηλεύουμε, έχουμε αρκετά προβλήματα στις σχέσεις μας με τους άλλους ανθρώπους. Γιατί;
- Μήπως η ζήλια είναι ένα κακό ζιζάνιο, το οποίο δεν μας αφήνει να μοιραστούμε την αγάπη των γονιών μας με το αδερφάκι μας;(Νομίζουμε ότι είμαστε κατώτεροι, φοβόμαστε, θυμώνουμε,θέλουμε να εκδικηθούμε,κρατάμε κακία στους γονείς μας,θέλουμε να χτυπήσουμε)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου